- Καντρί
- Οικισμός (32 κάτ.) της Μυτιλήνης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αγίας Παρασκευής του νομού Λέσβου.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Μπρουκς, Γκαρθ — (Garth Brooks, Τάλσα, Οκλαχόμα 1962 ). Αμερικανός τραγουδιστής, κιθαρίστας, συνθέτης μουσικής κάντρι. Σπούδασε διαφήμιση, προκειμένου να κατορθώσει να συνδυάσει την παραδοσιακή μουσική με τηλεοπτικά σποτ και την διαφήμιση. Μετά την αποφοίτησή του … Dictionary of Greek
Γουίλιαμς, Χανκ — (Hank Williams, 1923 – 1953). Αμερικανός συνθέτης και τραγουδιστής. Ο Γ. θεωρείται ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της κάντρι (country) μουσικής, είδους εξαιρετικά δημοφιλούς σε μεγάλο τμήμα των ΗΠΑ. Έλαβε τη μουσική του παιδεία από έναν πλανόδιο… … Dictionary of Greek
Κριστόφερσον, Κρις — (Kris Kristofferson, Τέξας 1936 –). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Αμερικανού συνθέτη, τραγουδιστή και ηθοποιού Κρις Κάρσον (Kris Karson). Ο Κ. αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο της Πομόνα στην Καλιφόρνια και αρχικά άσκησε το επάγγελμα του καθηγητή… … Dictionary of Greek
Λιούις, Τζέρι Λι — (Jerry Lee Lewis, Λουιζιάνα 1935 –). Αμερικανός μουσικός. Συγκαταλέγεται ανάμεσα στους πρωτοπόρους του ροκ εν ρολ, μαζί με τους Τσακ Μπέρι, Λιτλ Ρίτσαρντ, Μπιλ Χάλεϊ και Έλβις Πρίσλεϊ. Ξεκίνησε να παίζει πιάνο σε ηλικία 8 ετών και το 1956… … Dictionary of Greek
Verwaltungsgliederung von Lesbos — Die Gemeinde Lesvos (griechisch Δήμος Λέσβου) wurde auf Grund des Kallikratis Programms aus den dreizehn Vorgängergemeinden der griechischen Insel Lesvos zum, 1. Januar, 2011 gebildet. Sie umfasst die gesamte Insel, Verwaltungssitz ist die… … Deutsch Wikipedia
βιολί — Έγχορδο μουσικό όργανο με τόξο. Έχει τέσσερις χορδές (σολ, ρε, λα, μι),που κουρδίζονται κατά πέμπτες. Η προέλευσή του, όπως άλλωστε και όλων των οργάνων με τόξο, είναι αβέβαιη. Ίσως να προέρχεται απότο αραβικό ρεμπάμπ, που έγινε γνωστό στην… … Dictionary of Greek
κιθάρα — Έγχορδο μουσικό όργανο, που παίζεται με νύξη των χορδών. Η σύγχρονη κ. διαθέτει ένα επίπεδο ηχείο, που έχει το σχήμα του αριθμού οκτώ. Η εμπρόσθια όψη του ηχείου φέρει μία κυκλική οπή στο κέντρο και ένα κάθετο, ξύλινο τμήμα προς τα πίσω, που… … Dictionary of Greek
Κας, Τζόνι — (Johnny Cash, Κίνγκσλαντ, Αρκάνσας, ΗΠΑ 1932 –). Αμερικανός τραγουδιστής και συνθέτης. Γοητευμένος από την κάντρι και γκόσπελ μουσική, ο Κ. άρχισε να μαθαίνει κιθάρα και να γράφει τραγούδια σε ηλικία 12 ετών. Η σταδιοδρομία του άρχισε μετά τη… … Dictionary of Greek
Κοέν, Λέοναρντ — (Leonard Cohen, Μόντρεαλ 1934 –). Καναδός τραγουδιστής, συνθέτης και ποιητής, εβραϊκής καταγωγής. Το 1954 άρχισε τη μουσική του σταδιοδρομία με ένα κάντρι συγκρότημα του Μόντρεαλ. Στη συνέχεια επιδόθηκε στη συγγραφή ποιημάτων και μυθιστορημάτων,… … Dictionary of Greek
Κόχραν, Έντι — (Eddie Cochran, Άλμπερτ Λι, Μινεσότα 1938 – Λονδίνο 1960). Αμερικανός μουσικός. Ξεκίνησε τη σύντομη καριέρα του το 1954 σχηματίζοντας τους Cochran Brothers· το όνομά τους οφείλεται σε απλή συνωνυμία με τον Χανκ Κόχραν, τον κάντρι τραγουδιστή του… … Dictionary of Greek